ΑΠΕΡΙΓΡΑΠΤΗ Η ΒΟΗΘΕΙΑ ΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΑΣ
Αν γνωρίζαμε όλοι πόσο μεγάλη, πόσον άμεση και πόσον αποτελεσματική είναι η βοήθεια της Παναγίας μας, θα την παρακαλούσαμε καθημερινά, για να μας βοηθήση και να μεσιτεύση για την σωτηρία μας. Γι' αυτό και ο λαός μας την αγαπά ειλικρινά και την επικαλείται και λέγει συχνά την «Παράκληση» της (λέγεται «Κανών Ικετήριος εις την Υπεραγίαν Θεοτόκον» και είναι σε δυο μορφές, τον «Μικρόν» (σύντομον) και «Μέγα Κανόνα», που βάλλονται εναλλάξ κατά τις ήμερες του Δεκαπενταύγουστου, «ως και εις πάσαν δύσκολον περίστασιν του πιστού») και της έχει κτίσει αμέτρητους ναούς και της έχει δώσει μυριάδες τιμητικές προσωνυμίες και την αγαπά ως αληθινή Μητέρα όλων των Χριστιανών.
Την αγάπη και τον σεβασμό προς την Υπεραγίαν Θεοτόκον μας την διδάσκουν όλοι οι Άγιοι Πατέρες, διότι είναι «Η μετά Θεόν Θεός» και έχει τα «Δευτερεία» της Θεότητας, δηλονότι μια τέτοια τιμή, που μόνον ο Χριστός μπορούσε να δώση στο ανθρώπινον γένος. Μια πολύ αποκαλυπτική καί χαρακτηριστική περίπτωση για την ακαταγώνιστη και απερίγραπτη βοήθεια της Παναγίας, διηγήθηκε ο Αββάς Παύλος ο απλός, σε μια συγκέντρωση Μοναχών, για κάποιον μαθητή του, πού αμάρτησε:
-«Είχα έναν μαθητή, αφηγείται ο ίδιος ο Γέροντας Παύλος ο απλός, πού έπεφτε σε διάφορες αμαρτίες, χωρίς να το ξέρω, γιατί δεν τις απεκάλυπτε όταν έκανε την εξομολόγηση του. Κάποια μέρα ήρθε το τέλος του και εγώ λυπήθηκα πολύ, διότι δεν ήξερα εάν σώθηκε ή όχι. Άρχισα λοιπόν να προσεύχομαι πολύ στο Θεό και παρακαλούσα και την Κυρίαν Θεοτόκον, να μου φανέρωση ανάμεσα σε ποιους βρίσκεται ή ψυχή του, μετά την έξοδο της από το σώμα.
Επέμενα στην προσευχή αυτή με υπομονή, για αρκετές ήμερες. Κάποια από τις μέρες αυτές, που προσευχόμουνα για τον μαθητή μου, ήρθα σε έκσταση και είδα τον μαθητή μου να τον βαστούν δύο άγνωστοι. Εκείνος δεν είχε καμμιά ζωντάνια, καμμιά ενέργεια ψυχική ή σωματική και δεν μιλούσε καθόλου. Έμοιαζε σαν απολιθωμένος. Εγώ ήμουν σε μεγάλη αγωνία. Ξαφνικά, σαν να μου ήλθε μια θεϊκή έμπνευση, θυμήθηκα τον λόγον του Κυρίου: «Αυτόν, πού δεν έχει ένδυμα γάμου να του δέσετε τα χέρια και τα πόδια και να τον ρίξετε στο βαθύ σκοτάδι, εκεί θα είναι ο θρήνος και το τρίξιμο των δοντιών». (Ματθ. κβ' 11-13). Και με το δέσιμο των χεριών και των ποδιών δεν υπαινίσσεται τίποτε άλλο, παρά το ότι σβήνει και μένει ανενέργητη κάθε σκέψη και διάθεση πονηρή, που δεν ήταν σύμφωνη με το θέλημα του Θεού σε αυτή τη ζωή.
Όταν συνήλθα από την έκσταση αυτή, άρχισα να λυπάμαι πολύ και να αγωνιώ για τον μαθητή μου. Έκανα, όσον μπορούσα, ελεημοσύνες και Θειες Λειτουργίες για την ψυχή του. Παρακαλούσα και την Υ-περαγία Θεοτόκο να ελεηθή. Παρακαλούσα βεβαίως και τον φιλάνθρωπο Θεό γι' αυτόν, για να σωθή η ψυχή του, ή τουλάχιστον να βελτιωθή η κατάσταση στην οποία βρισκότανε. Επίσης άρχιζα να κοπιάζω στην άσκηση και να κάνω ξηροφαγία, ενώ είχα φτάσει σε βαθειά γεράματα.
Ύστερα από μερικές ημέρες βλέπω την Παναγία Θεοτόκο να μου λέγει: «Γιατί λυπάσαι και έχεις τόση αγωνία, παπούλη;». Κι εγώ της αποκρίθηκα: «Για τον αδελφό, Δέσποινα μου, γιατί τον είδα σε κακή κατάσταση». Τότε εκείνη μου είπε: «Εσύ δεν παρακάλεσες, επειδή ήθελες να τον δής, σε ποια κατάσταση είναι; Να, λοιπόν, που πήρες την πληροφορία, που ήθελες». Και εγώ ξαναείπα παρακλητικά: «Ναι, σε ικετεύω, Παναγία μου. Εγώ παρακάλεσα γι' αυτό, αλλά δεν ήθελα να τον δω σε τέτοια κατάσταση. Γιατί, σε τί μου χρειάζεται να τον δω και να κλαίω και να λυπάμαι και να πονώ;». Και τότε η Υπερευλογημένη Θεοτόκος μου είπε: «Πήγαινε. Για την ταπείνωση και τον μόχθο και την αγάπη σου, εγώ θα σου τον δείξω έτσι, πού να μη λυπάσαι».
Την άλλην ήμερα, αδελφοί και πατέρες, ξαναείδα τον μαθητή μου να έρχεται προς το μέρος μου, πολύ χαρούμενος, να περιπατή μόνος του και να γελά, σαν μικρό παιδί. Και όταν με πλησίασε μου είπε: «Πάτερ μου, οι παρακλήσεις σου έκαμψαν την Παναγίαν Θεοτόκον, διότι πολύ σε αγαπά. Εκείνη παρεκάλεσε τον Σωτήρα Χριστόν, να λυθώ από τα δεσμά, γιατί ήμουν περισφιγμένος από τα σχοινιά των αμαρτημάτων μου».
Με αυτά τα λόγια του μαθητή μου, εγώ γέμισα χαρά. Τότε ξανάδα την Παναγία Θεοτόκο και μου λέγει: «Γέροντα, πήρες την πληροφορία, που ήθελες, έστω και τώρα; Και απάντησα: «Ναι, Δέσποινα μου, και πολύ εχάρηκα, που τον είδα να βρίσκεται σε άνετη κατάσταση. Τότε η Παναγία μου ξαναμίλησε και μου είπε: «Πήγαινε, λοιπόν, και να θυμάσαι τον αδελφό σου αυτό, με τις προσευχές, τις ελεημοσύνες και τις Θειες Λειτουργίες. Γιατί πολύ-πολύ βοηθά τους νεκρούς η ελεημοσύνη και η ίδια η Θεία Λειτουργία».
Όσοι άκουσαν την διήγηση αυτή και είδαν πόσον άμεση και πόσον μεγάλη είναι ή βοήθεια της Θεοτόκου στους πιστούς, που την επικαλούνται, άρχισαν να συζητούν θαυμαστά για την Παναγία και την αγάπη της για τους Χριστιανούς. Επίσης αναφέρθηκαν και στην μεγάλη βοήθεια και την παρηγοριά των ψυχών, που βρίσκονται στην πέραν του τάφου ζωήν, όταν προσευχόμαστε γι' αυτές και κάνουμε ελεημοσύνες και Θειες Λειτουργίες υπέρ αυτών. Αυτή είναι και η διδασκαλία της Εκκλησίας μας, αλλά έχει μεγάλη σημασία το γεγονός ότι το αποκαλύπτει και το επιβεβαιώνει η Υπεραγία Θεοτόκος προς τον άγιον Αββά Παύλον τον απλόν, με τρόπον σαφέστατον. Επαναλαμβάνουμε τα λόγια της, για να τα έχουμε κι εμείς ως οδηγόν και να τα τηρούμε, όσον περισσότερον μπορούμε «υπέρ αναπαύσεως των ψυχών» των ανθρώπων, πού έφυγαν από αυτήν την ζωήν;
-«Να θυμάσαι τον αδελφόν αυτόν (και κάθε ψυχή, που αγαπά κανείς και μετά την αναχώρηση της από αυτόν τον κόσμον), με τις προσευχές, τις ελεημοσύνες και τις Θείες Λειτουργίες. Γιατί, πολύ- πολύ βοηθά τους νεκρούς η ελεημοσύνη και η ίδια η Θεία Λειτουργία».
τέλος σχολίων