ΔΕΛΤΙΟ ΤΥΠΟΥ
Πορίσματα Ε΄ Διεθνούς Θεολογικού Συνεδρίου: «Θεολογία – Θεολόγοι και Ενορία»
Ολοκληρώθηκε το Ε΄ Διεθνές Θεολογικό Συνέδριο με θέμα: «Θεολογία – Θεολόγοι και Ενορία», που πραγματοποιήθηκε στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης, από τις (2) έως τις (3) Μαϊου και ήταν αφιερωμένο στην οντολογική σχέση της Θεολογίας και των Θεολόγων με την ορθόδοξη Ενορία. Στο Συνέδριο συμμετείχαν, ως Εισηγητές, ο Παναγιώτατος Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης, κ. Φιλόθεος, ο Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Νέας Κρήνης και Καλαμαριάς κ. Ιουστίνος, πολλοί Καθηγητές Πανεπιστημίου, Ιερείς, Διδάκτορες, θεολόγοι, Διδάσκαλοι και παιδαγωγοί από την Ελλάδα και το εξωτερικό.
Τα συμπεράσματα του Συνεδρίου είναι τα παρακάτω:
1. Ο θεολόγος ως μέλος του Σώματος της Εκκλησίας:
Ο θεολόγος δεν είναι απλώς ένας επιστήμονας, που μεταφέρει θεολογικές γνώσεις σε κάποιους εγκεφάλους, αλλά ένα λειτουργημένο πρόσωπο, μέλος του εκκλησιαστικού σώματος, με βιωμένη την εμπειρία του Θεού στην ψυχή του.
Πέρα από το Σχολείο του, τον έχει ανάγκη η Ενορία του στη διδακτική της διακονία και στο όλο πολύπτυχο έργο της, καθώς, ως διδάσκαλος, αποτελεί μέρος της Ποιμαίνουσας Εκκλησίας.
2. Η Ενορία ως πηγή της θεολογικής εμπειρίας
Η Ενορία συστήθηκε από τον Ιησού Χριστό διά του Παναγίου Πνεύματος, αμέσως μετά την Πεντηκοστή και αποτελεί το κύτταρο της Ορθόδοξης Εκκλησίας μας, τον πρωτογενή χώρο δημιουργίας, καλλιέργειας και καρποφορίας της εν Χριστώ πνευματικής ζωής.
Η ενορία αποτελεί την κοιτίδα της θεολογικής μαρτυρίας και είναι ο κατεξοχήν χώρος κοινωνίας και συνάντησης Θεού και ανθρώπου. Οι ποιμένες, οι διδάσκαλοι και οι διάκονοι καλούνται να καλλιεργούν εκκλησιολογική αυτοσυνειδησία, εμπνεόμενοι από την εμπειρία της πρώτης Εκκλησίας.
3. Η Ενορία και η θεολογική αγωγή παιδιών και νέων – προκλήσεις και ελπίδες
Η Ενορία θέλει να υπάρχει ανάμεσα σ’ αυτήν και στους νέους μια σχέση μητέρας προς τέκνα, σχέση στήριξης και έμπνευσης των χαρισμάτων που έχουν λάβει και λαμβάνουν από την Εκκλησία μέσω της Μυστηριακής και Λατρευτικης ζωής. Ως εκ τούτου, χρειάζονται μεν, εκ μέρους της Ενορίας, τη γνώση και μάλιστα, τη θεολογική γνώση, αναμένουν, όμως, ταυτόχρονα από αυτήν, όσα δεν τους προσφέρονται από το περιβάλλον τους, δηλαδή τον σεβασμό, την αποδοχή, τη σχέση, την αγάπη, τα πρότυπα της αλήθειας και της ζωής.
Οι έφηβοι στο Συνέδριο χαρακτηρίστηκαν ως «εν δυνάμει ενορίτες» η δε παιδικότητα αναγνωρίστηκε ως πνευματικός στόχος της Ενορίας. Ωστόσο, δεν αρκούνται σε έναν θεωρητικό διδασκαλισμό μόνο, αλλά αναζητούν και το κάλεσμα για μια ζωντανή συμμετοχή στη ζωή της Εκκλησίας.
4. Σύγχρονες προκλήσεις – Θέαμα, εμπειρία
Ο σύγχρονος πολιτισμός του θεάματος απειλεί την ουσία της εκκλησιαστικής εμπειρίας. Στο Συνέδριο τονίστηκε ότι η Ενορία, αν απολέσει την σταυροαναστάσιμη μνήμη της εμπειρίας και τη ζωντανή σχέση της με την εν Χριστώ Μυστηριακή Ζωή, κινδυνεύει να καταστεί εικόνα χωρίς περιεχόμενο.
5. Ενορία και Σχολείο: Από την παράλληλη πορεία στη συνέργεια
Η ανάγκη συνεργασίας Εκκλησίας και Σχολείου αναδείχθηκε στο Συνέδριο, ως καίριο αίτημα της εποχής. Η Ενορία δεν είναι αντίπαλος του Σχολείου· Είναι σύμμαχός του στη διαμόρφωση ολοκληρωμένων προσώπων. Η κοινή παιδαγωγική ευθύνη για τα παιδιά και τους εφήβους επιβάλλει διάλογο, συνέργεια και σαφή προσδιορισμό ρόλων, με σκοπό την πνευματική τους ωρίμανση και την ψυχοσωματική τους ολοκλήρωση.
6. Οικουμενικές και ιεραποστολικές μαρτυρίες
Η ενοριακή εμπειρία, σε άλλες ορθόδοξες χώρες – όπως η Κύπρος, η Σερβία, η Βουλγαρία, Αλβανία και η Αφρική – προσέφερε και προσφέρει πολύτιμες εμπειρίες αυθεντικής χριστιανικής ζωής. Και στην Ελλάδα, η ενορία μπορεί να έχει μεταμορφωτικό ρόλο σε ολόκληρη την κοινωνία, όταν λειτουργεί, ως πνευματικός οίκος και όχι μόνον ως γραφείο εξυπηρέτησης.
7. Προτάσεις – Προοπτικές
Το Συνέδριο διαπίστωσε την ανάγκη ένταξης των Θεολόγων στη διακονία του ενοριακού διδακτικού έργου με τις παρακάτω απαραίτητες δράσεις:
- Ενίσχυση της θεολογικής κατάρτισης των κληρικών και των λαϊκών μέσα στην ενορία.
- Καλλιέργεια διαλόγου με τα παιδιά και τους νέους, που θέλουν να ανήκουν, συνειδητά, στο σώμα της Εκκλησίας.
- Συμβολή στην ενίσχυση της σχέσεως θεολόγων – Ενορίας, με όρους λειτουργικής και πνευματικής παρουσίας. Ο θεολόγος είναι λειτουργικό πρόσωπο διακονικής ευθύνης, όχι εξωτερικός παρατηρητής της Ενορίας.
- Διαμεσολάβηση, ώστε το Σχολείο έχει μια αδιάλειπτη σχέση με την Ενορία, καθώς ο ρόλος της είναι να είναι εργαστήριο πίστεως, πρότυπο έμπρακτης διδασκαλίας και κοινωνίας, σώμα ζωντανής και πνευματικής ανατροφοδότησης.
- Η Ενορία και το Σχολείο να μην λειτουργούν σε παράλληλους μονολόγους. Παιδεία και Εκκλησία οφείλουν να συνυπάρχουν με σχέσεις διαλόγου, αλληλοστήριξης, αλληλοσυμπλήρωσης και κοινού οράματος.
- Η Ενορία και οι Θεολόγοι να καλλιεργούν την εμπειρική θεολογία, που συνδυάζει, αφενός, την αδιάλειπτη συμμετοχή των νέων στη Μυστηριακή και Λατρευτική Ζωή της Εκκλησίας και, αφετέρου, την έμπρακτη και ενάρετη πίστη, συνδυασμός που διευκολύνει και ενδυναμώνει την προσέγγιση όλων των ανθρώπων, νέων και ενηλίκων.
- Ο θεολόγος χρειάζεται να γεφυρώνει και να ενώνει τις προσπάθειες του Σχολείου και της Ενορίας, με τέτοιο τρόπο, που να απαντά θετικά στις υπαρξιακές αγωνίες του σύγχρονου ανθρώπου και να τον εμπνέει την ανάπτυξη της χριστιανικής του συνείδησης.
- Όπως εκφράστηκε στο Συνέδριο, η Θεολογία δεν είναι μόνο επιστήμη, αλλά κυρίως μαρτυρία και λειτουργία. Και η Ενορία, δεν είναι ένας ξεχωριστός θεσμός, αποσπασμένος από το Σώμα της Εκκλησίας, αλλά η ίδια η Εκκλησία, ως τόπος θεραπείας από τις νόσους των παθών, και ως τρόπος μεταμόρφωσης της φθοράς και του Θανάτου σε Ανάσταση και Ζωή, εν Χριστώ Ιησού.
- Στο συνέδριο επιβεβαιώθηκε ότι η Θεολογία δεν είναι μια αυθύπαρκτη επιστημονική ή φιλοσοφική θεωρία, αλλά μια διακονική λειτουργία εντός του σώματος του Χριστού και της Εκκλησίας για τη σωτηρία του κόσμου. Δεν είναι χώρος ανάπαυσης, αλλά τόπος εγρήγορσης και μαρτυρίας. Ο θεολόγος, ως διάκονος του Λόγου του Θεού, είναι λειτουργημένος άνθρωπος, όχι απλώς ειδικός γνώστης, αλλά πρόσωπο που γεφυρώνει την πίστη ως χάρισμα με τη συνείδηση των παιδιών και των νέων, έχοντας την ευθύνη για την εν Χριστώ παιδαγωγία και ανάπτυξή τους
Πορίσματα εργασιών Workshop (Εργαστήριο για παιδιά – Εφήβους και Ενήλικες)
Ως προς το βιωματικό μέρος του Συνεδρίου, επιλέχτηκε ο διάλογος του Χριστού με τη Σαμαρείτιδα (Ιω. 4, 5-42), και διενεργήθηκε Εργαστήριο Workshop, σε τρεις διαφορετικές ομάδες (παιδιά – εφήβους και ενήλικες), για μια θεολογική και παιδαγωγική πρόταση προσέγγισης της ενοριακής διδασκαλίας
Τα Πορίσματα του Workshop είναι τα παρακάτω:
Ο διάλογος του Ιησού με τη Σαμαρείτιδα, προσφέρει σημαντικά θεολογικά και ηθικά διδάγματα, απαραίτητα για τη ζωή τους, τα οποία γίνονται κατανοητά τόσο από τα παιδιά και τους νέους όσο και από τους ενήλικες μέσα από κατάλληλη παιδαγωγική προσέγγιση.
Πρωτίστως, αναδεικνύεται η οικουμενικότητα του σωτηριολογικού μηνύματος του Χριστού, καθώς ο Ίδιος προβάλλει ένα διαφορετικό και υπερβατικό πρότυπο διαλόγου με μια γυναίκα αλλοεθνή, ξεπερνώντας τις κοινωνικές και θρησκευτικές νόρμες της εποχής του και όλων των εποχών. Με αυτόν τον τρόπο, μικροί και ενήλικες αναγνωρίζουν την αγάπη του Χριστού προς όλους ανεξαιρέτως τους ανθρώπους, γεγονός που, αφενός, υπογραμμίζει τη σημασία της αποδοχής, της καλλιέργειας και του σεβασμού προς τη διαφορετικότητα και, αφετέρου, ενισχύει την πίστη τους στη θεία παρουσία και μέριμνα. Ταυτόχρονα, ο τρόπος επικοινωνίας του Θεανθρώπου με τη Σαμαρείτιδα την καθιστά αγγελιοφόρο της διαλογικής διδασκαλίας του Ευαγγελίου Του προς όλους τους ανθρώπους, με στόχο την εν Χριστώ σωτηρία τους. Στη βαθύτατη ανάγκη όλων των ανθρώπων για νοηματοδότηση της ζωής τους, το «ύδωρ ζωής» που προσφέρει ο Ιησούς στη Σαμαρείτιδα, ανταποκρίνεται, ουσιαστικά, στις ανάγκες όλων για συγκρότηση και αποδοχή της υπαρξιακής τους ταυτότητας. Παράλληλα, λειτουργεί και ως σημείο αναφοράς, που ενισχύει την αυθεντικότητα και την εσωτερική τους σταθερότητα, ενώ φωτίζει την πνευματική κατεύθυνσή τους.
Από το ΔΣ