Ηρακλής Ρεράκης, Καθηγητής ΑΠΘ,
Πρόεδρος της Πανελλήνιας Ενώσεως Θεολόγων
Με το παρόν άρθρο, θα θέλαμε να υπενθυμίσουμε σε όλους τους υπεύθυνους του Υπουργείου Παιδείας και του ΙΕΠ, μερικά από όσα είναι ανάγκη να γνωρίζουν από το πρόσφατο παρελθόν σχετικά με τις αντιχριστιανικές δράσεις του εν λόγω Υπουργείου.
Πολλές φορές, έχουμε υποστηρίξει το αυτονόητο, ως προς το θέμα αποδοχής της ορθόδοξης χριστιανικής διδασκαλίας του Μαθήματος των Θρησκευτικών, ότι δηλαδή οι Έλληνες, στην οντολογική τους ψυχοσύνθεση, ανεξάρτητα από τη μικρή ή μεγάλη τους πίστη, διατηρούν, ακέραιη και αλώβητη την επιθυμία τους να προσφέρεται στα παιδιά τους η σχολική ορθόδοξη χριστιανική αγωγή.
Όσες ύπουλες προσπάθειες και αν έγιναν από το 2016 από πολιτικούς, «θεολόγους» και άλλους παράγοντες, που έχουν γίνει έρμαια των σκοτεινών ιδεοληψιών τους, να παραβιάσουν ή να αλλάξουν αυτά τα ξεχωριστά και ιδιαίτερα χαρακτηριστικά του ελληνικού λαού, όχι απλώς δεν καρποφόρησαν αλλά και δημιούργησαν ξεχωριστές εντάσεις και αόρατες ή φανερές αντιδράσεις στην ελληνική κοινωνία, των οποίων, μάλιστα, τα συντρίμμια είναι ιδιαίτερα ορατά τον τελευταίο καιρό.
Είναι παράδοξο, και όμως αληθινό ότι ο μεγαλύτερος εχθρός της ένθεης ταυτότητας των Ελλήνων τα τελευταία χρόνια στεγάζεται και τρέφεται στο (και γύρω από το) Υπουργείο Παιδείας, καθώς συγκεκριμένοι Υπουργοί Παιδείας, μαζί με το επιτελείο τους, θέλησαν, να αναδείξουν την «αξία» τους και το μέγεθος του προοδευτισμού τους ή της ευπείθειάς τους έναντι κάποιων εσωτερικών ή εξωτερικών παραγόντων, χρησιμοποιώντας ως εργαλείο την αλλοίωση ή μεταβολή ή και κατάργηση της ορθόδοξης χριστιανικής παιδείας στα ορθόδοξα παιδιά των Ελλήνων.
Στη γραμμή αυτή κινήθηκαν το 2016 και το 2017 οι διατελέσαντες Υπουργοί παιδείας του ΣΥΡΙΖΑ και θεσμοθέτησαν, με σχετικά ΦΕΚ τη διδασκαλία στα σχολεία των μη ορθόδοξων Θρησκευτικών.
Ήταν φυσικό να δημιουργηθούν τεράστιες αντιδράσεις, εναντίον των τότε υπουργικών αποφάσεων, που εκφράστηκαν με συνέδρια, εκδόσεις άρθρων και βιβλίων, διαμαρτυρίες, έγγραφα, πορείες κ. ά.
Τελικά, όλες αυτές οι αντιδράσεις, δεν έφεραν αποτέλεσμα και, για τον λόγο αυτό, κατέληξαν το 2016 και 2017, σε προσφυγές στο Συμβούλιο της Επικρατείας, εναντίον του Υπουργείου Παιδείας, με αποτέλεσμα να ακυρωθούν τα αλλότρια πολυθρησκειακά Θρησκευτικά Φίλη – Γαβρόγλου, που στόχευαν στην ουδετεροθρησκεία των Ελλήνων.
Η Πανελλήνια Ένωση Θεολόγων τους είχε προειδοποιήσει τότε, με αμέτρητες ενέργειες, επισημαίνοντας τις αντορθόδοξες και κακόδοξες, καινοτομίες που περιελάμβανε το πολυθρησκειακό περιεχόμενο των νέων Θρησκευτικών, αλλά εκείνοι, πάνω από την ορθόδοξη πίστη των ορθοδόξων μαθητών/τριών, δασκάλων, Θεολόγων, γονέων και πολιτών, έβαζαν την επιβολή των ιδεοληψιών τους.
Γράφαμε τότε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια»: «Ο Υπουργός Παιδείας εκφράζει, σε κάθε ευκαιρία τις προθέσεις του να χρησιμοποιήσει την εξουσία του αξιώματός του, για να μετατρέψει το έως τώρα διδασκόμενο στα σχολεία ορθόδοξο μάθημα των Θρησκευτικών σε μάθημα πολυθρησκείας ή πολυθεΐας. Στο σχέδιό του χρησιμοποιεί το φορτισμένο από διαστρέβλωση, παραπλάνηση και υποτίμηση επιχείρημα ότι το ορθόδοξο μάθημα, επειδή έχει αμιγές ορθόδοξο περιεχόμενο και χαρακτήρα, είναι «κατηχητικό, και αναχρονιστικό».
Ωστόσο, ο ίδιος Υπουργός, δεν απέδιδε τους ίδιους χαρακτηρισμούς και για το αμιγές μουσουλμανικό, εβραϊκό, ρωμαιοκαθολικό μάθημα των αντίστοιχων αλλόδοξων ελλήνων μαθητών. Είναι φανερό ότι η πρόθεσή του για την αλλαγή του χαρακτήρα και του περιεχομένου, αποκλειστικά και μόνον, του ορθόδοξου μαθήματος των Θρησκευτικών είχε ιδεολογικά κίνητρα και δεν σχετιζόταν με την ποιοτική, παιδαγωγική και μορφωτική πλευρά του μαθήματος, ούτε βασιζόταν σε θεολογικά, επιστημονικά, παιδαγωγικά και νομικά δεδομένα ή κεκτημένα.
Η αλλαγή του σκοπού, του χαρακτήρα και του περιεχομένου της σχολικής ορθόδοξης χριστιανικής αγωγής, που ίσχυε, διαχρονικά, στο ελληνικό εκπαιδευτικό σύστημα, βρισκόταν εντός ενός ισχυρού πνευματικού και πολιτισμικού ελληνικού παραδοσιακού πλαισίου. Όμως, η μανιώδης επιμονή των Υπουργών, το 2016 και 2017, να αλλάξουν βίαια και σταλινικά τον χαρακτήρα και τον σκοπό των Θρησκευτικών έδειχνε ολοκάθαρα ότι επρόκειτο για μια επιθετική και εχθρική προς τους/τις μαθητές/τριες ενέργεια, που δεν λάμβανε υπόψη όλους τους παράγοντες, προπαντός, όμως, την τεράστια πνευματική βλάβη που μπορεί να προκύψει στην ελληνική νεότητα.
Με ισχυρά θεολογικά, παιδαγωγικά και νομικά επιχειρήματα προσπαθήσαμε να εξηγήσουμε, δημοσίως, με Συνέδρια, Ημερίδες και άρθρα με κλασσικά και ηλεκτρονικά μέσα, σε ολόκληρη την ελληνική κοινωνία, τις πνευματικές συνέπειες και διαταραχές της πνευματικής δομής των παιδιών, από μια, δημόσια κρατική πλέον, αντορθόδοξη θεσμοθέτηση των προσηλυτισμικών Θρησκευτικών, που στόχευαν στην κατάργηση της συνταγματικά κατοχυρωμένης ελευθερίας της ανάπτυξης της θρησκευτικής τους συνειδήσεως.
Εκτός των άλλων, η υπουργική απόφαση προέβλεπε μη νόμιμες ενέργειες και ανατροπές στα Θρησκευτικά, που δεν συνδεόταν, ούτε στο ελάχιστο, με τα διεθνή δημοκρατικά κεκτημένα, τα οποία, ως γνωστό, θεωρούν τους γονείς, ως εκείνους που έχουν την αποκλειστική ευθύνη να αποφασίζουν, για τη φιλοσοφική και θρησκευτική κατεύθυνση που επιθυμούν να ακολουθήσουν τα τέκνα τους.
Τον παραλογισμό και τον κακόβουλο χαρακτήρα των αποφάσεων Φίλη – Γαβρόγλου, σχολιάζαμε τότε ως εξής: «Η έως τώρα Ορθόδοξη διδασκαλία στα σχολεία της Ελλάδας είναι απολύτως απαραίτητη και αναγκαία, από παιδαγωγικής και θεολογικής πλευράς, διότι απευθύνεται, κατά βάση, στη μεγάλη πλειονότητα του μαθητικού πληθυσμού, που είναι οι ορθόδοξοι μαθητές. Δεν είναι “κατηχητισμός” και “κατήχηση’, με τη διαστρεβλωμένη, παραπλανητική και υποτιμητική έννοια, με την οποία χρησιμοποιείται ο όρος “κατήχηση” τα τελευταία χρόνια, που στοχεύει στη υποτίμηση και κατασυκοφάνηση της χριστιανικής διδασκαλίας, όταν μάλιστα στην πλειονότητα των ευρωπαϊκών χωρών η διδασκαλία αυτή υπάρχει για τους Χριστιανούς, ως σχολικό μάθημα, καθώς πληροί όλες τις παιδαγωγικές και νομικές προϋποθέσεις ενός σχολικού μαθήματος.
Η διδασκαλία των θρησκειών, επίσης, προσφέρεται διαχρονικά στους/στις μαθητές/τριες, ανάλογα με το πνευματικό τους επίπεδο, με κριτήριο να είναι ελεγμένη από παιδαγωγικής πλευράς, έτσι ώστε να μην τους προκαλεί θρησκευτική σύγχυση.
Ωστόσο, με το Πρόγραμμα του 2016 θεσμοθετήθηκε ένα μάθημα Θρησκευτικών με πολτοποιημένη διδασκαλία μείξεως και εξομοιώσεως των θρησκειών και του Xριστιανισμού, ακατάλληλο για παιδιά, καθώς το μόνο που προσέφερε ήταν η θρησκευτική σύγχυση και ο θρησκευτικός συγκρητισμός.
Η διδακτέα ύλη ενός πολυθρησκειακού συνονθυλεύματος, με το πρόσχημα ότι απευθύνεται «σε όλους τους μαθητές», ανεξάρτητα από την πίστη τους, είναι βέβαιο, ότι, υπήρξε η μεγαλύτερη ένδειξη ασέβειας έναντι των διαφορετικών ως προς την πίστη μαθητών/τριών του ελληνικού σχολείου.
Ήταν σαφές ότι τα «Θρησκευτικά για όλους τους μαθητές», ως μείξη των πίστεων και των θρησκειών, στόχευε σε μια αντιδημοκρατική κατάργηση των θρησκευτικών ετεροτήτων και διαφορών, που θα οδηγούσε την ελληνική νεολαία σε μια πορεία θρησκευτικής ομογενοποίησης.
Είναι πολύ αποκαλυπτικό ένα άρθρο που δημοσιεύτηκε την 1η Νοεμβρίου 2015 στην εφημ. «Αυγή», από συγγραφείς των νέων θρησκευτικών και εκπροσώπους του Ινστιτούτου Εκπαιδευτικής Πολιτικής, που περιγράφει τα ολοκληρωτικά χαρακτηριστικά του νέου πολυθρησκειακού μαθήματος των Θρησκευτικών, καθώς αποδεικνύεται απροκάλυπτα πως είχε, ως σκοπό του, τον εμποτισμό της συνείδησης των μαθητών/τριών με μια εκκοσμικευμένη διαθρησκειακή πνευματικότητα.
Τι έγραφε αυτό το άρθρο για τα νέα θρησκευτικά: «…Στο Δημοτικό, το Γυμνάσιο και στο Λύκειο έχει να κάνει με ένα μάθημα για όλους, που μπορούν να το διδάσκονται οι ορθόδοξοι χριστιανοί, με έμφαση στα χαρακτηριστικά αυτά, μπορούν να το διδάσκονται και άλλες χριστιανικές παραδόσεις και άλλες θρησκείες ακόμα και οι άθεοι μαθητές, οι αδιάφοροι μαθητές, οι ουδετερόθρησκοι, ή εκεί που θα συζητώνται ζητήματα φιλοσοφικών ή μεταφυσικών αντιλήψεων, που δεν έχουν θεολογικό χαρακτήρα κ.λπ.».
Από τις παραπάνω θρασύτατες θέσεις (οδηγίες), καταλαβαίνει κανείς ότι το μεθοδευμένο αυτό σχέδιο διδασκαλίας του πολυθρησκειακού ή διαθρησκειακού μαθήματος σε Έλληνες μαθητές είχε αλλοτριωτικούς σκοπούς, με απρόβλεπτες παιδαγωγικές συνέπειες, διότι επρόκειτο για ένα περίεργο σούπερ μάρκετ θρησκειών, που, με την πνευματική σύγχυση που θα προξενούσε στους μαθητές, μπορούσε να αποδομήσει την ορθόδοξη πίστη τους και να ισοπεδώσει, αντί να αναπτύξει, τη θρησκευτική τους συνείδηση.
Επρόκειτο, συνεπώς, για ένα σχέδιο επιβολής μίας κοσμικής και άθεης, κατ΄ ουσίαν, «ουδετεροθρησκείας». Και το πιο σημαντικό είναι α) ότι όλοι αυτοί οι «σοφοί θεολόγοι» του ΣΥΡΙΖΑ συνεχίζουν στο ίδιο μοτίβο έως σήμερα και β) ότι το Υπουργείο Παιδείας, από το 2019, όχι μόνον διατηρεί τα ακυρωμένα από το ΣτΕ σχολικά τους Βιβλία, αλλά, επιπλέον, τους έχει και στην πρώτη γραμμή, στη διαδικασία προγραμματισμού, Επιμόρφωσης και συγγραφής και των νέων Βιβλίων.
τέλος σχολίων